Ο Συνοικισμός των προβλημάτων και των ηλικιωμένων κατοίκων
Ο συνοικισμός Στροβόλου 2, όταν δημιουργήθηκε για να φιλοξενήσει την «άνετη προσωρινότητα» των προσφύγων του 1974, έσφυζε από ζωή. Στα πρώτα χρόνια του, τα προσφυγόπουλα γέμιζαν τους δρόμους για να παίξουν ποδόσφαιρο και τα βράδια μαζεύονταν οι γειτόνισσες στις αυλές των σπιτιών για να απαλύνουν τον πόνο τους, λέγοντας και ξαναλέγοντας ιστορίες για μέρη αγαπημένα, χωριά που χάθηκαν, που λεηλατήθηκαν.
Δύσκολη ήταν η ζωή στα πρώτα χρόνια της προσφυγιάς, όμως η ομαδική αντιμετώπιση των προβλημάτων, η σκέψη και μόνο ότι «δεν είμαστε μόνοι, τα ίδια τραβά και η γειτόνισσα» σε ενδυνάμωνε, σε έκανε βράχο να αντέξεις τα κτυπήματα που επέφεραν στον τόπο, τα λάθη που έγιναν και για τα οποία, σαφώς και δεν έφταιγε ο πρόσφυγας του συνοικισμού. Εκείνα τα πρώτα χρόνια της προσφυγιά, οι φωνές των παιδιών, έσμιγαν με το θόρυβο που προκαλούσαν οι ζαριές στα τάβλια του καφενέ τα βράδια, όταν οι πρόσφυγες εργάτες, επέστρεφαν στο συνοικισμό και μετά το φτωχικό δείπνο, πήγαιναν να συναντήσουν τους νέους συγχωριανούς, να μοιραστούν μαζί τους αγωνίες και ελπίδες. Όλα αυτά, σε εκείνα τα πρώτα χρόνια της προσφυγιάς, που όλοι ανέμεναν ότι θα είναι και τα τελευταία, διότι η επιθυμία για επιστροφή, δεν τους άφηνε περιθώρια για λιγότερη αισιοδοξία. Πέρασαν, από τότε ένα, δύο, πέντε, δέκα, είκοσι, τριάντα.. τριάντα - τέσσερα χρόνια συνολικά στην προσφυγιά. Τρεις δεκαετίες και βάλε. Τα παιδιά που έπαιζαν μπάλα στους δρόμους, μεγάλωσαν, έφυγαν για σπουδές, παντρεύτηκαν, δεν επέστρεψαν. Οι γονείς τους, έγιναν παππούδες και έμειναν εκεί, αναμένοντας τους τις Κυριακές, να 'ρθουν για φαγητό, να τους φέρουν και τα εγγονάκια τους για να τα δουν. Ο συνοικισμός, δεν είναι πλέον γεμάτος ζωή όπως παλαιότερα και δυστυχώς, αυτή η «ατονία» του, δεν οφείλεται στην επιστροφή των προσφύγων στις πατρογονικές τους εστίες. Οι κάτοικοί του, είναι πλέον ηλικιωμένοι και η πλειοψηφία τους, ίσως συνταξιούχοι. Τώρα το καλοκαίρι όμως, οι δρόμοι του συνοικισμού, γεμίζουν και πάλι παιδιά (εγγονάκια που επισκέπτονται τους εκεί παππούδες και γιαγιάδες τους) που ψάχνουν χώρους πρασίνου για να παίξουν, πάρκα για να εκτονώσουν όλη εκείνη την ενεργητικότητα που χαρακτηρίζει την ηλικία τους. >καταγγελία Ο κ. Νίκος Ιωάννου -κάτοικος του συνοικισμού- καταγγέλλει επώνυμα στον «Φ», ο συνοικισμός έχει ξεχαστεί από τους πάντες και μόνο όταν έρχεται η εποχή για να επιβάλουν φορολογίες τους θυμούνται και τους στέλνουν σχετικές προειδοποιήσεις. «Εδώ, είναι χώρος πρασίνου, υπήρχαν μάλιστα και δέντρα. Κοιτάξτε. Τώρα υπάρχουν δύο παράγκες και στη μέση, χωματόδρομος από τον οποίο μπορούν να περάσουν αυτοκίνητα και έτσι, να κινδυνεύσουν τα εγγονάκια μας που θα καταφύγουν σε αυτό το μέρος για παιχνίδι» λέει με αγανάκτηση. Η απόγνωση, ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του και τα λόγια του ξεχειλίζουν σαν χείμαρρος σε εποχή μεγάλης βροχόπτωσης: «Υπήρχαν και λάστιχα για να ποτίζεται το πράσινο, όμως καταστράφηκαν από τα αυτοκίνητα που διέρχονται» λέει και μαζί του, συμφωνούν και άλλοι γείτονες που σπεύδουν να υποστηρίξουν τα όσο λέει και να του συμπαρασταθούν, διότι το δικό τους πρόβλημα είναι και δικό τους.
(ΤΟΥ ΛΟΥΚΑ ΠΑΡΠΑ - Φιλελεύθερος)
Ο συνοικισμός Στροβόλου 2, όταν δημιουργήθηκε για να φιλοξενήσει την «άνετη προσωρινότητα» των προσφύγων του 1974, έσφυζε από ζωή. Στα πρώτα χρόνια του, τα προσφυγόπουλα γέμιζαν τους δρόμους για να παίξουν ποδόσφαιρο και τα βράδια μαζεύονταν οι γειτόνισσες στις αυλές των σπιτιών για να απαλύνουν τον πόνο τους, λέγοντας και ξαναλέγοντας ιστορίες για μέρη αγαπημένα, χωριά που χάθηκαν, που λεηλατήθηκαν.
Δύσκολη ήταν η ζωή στα πρώτα χρόνια της προσφυγιάς, όμως η ομαδική αντιμετώπιση των προβλημάτων, η σκέψη και μόνο ότι «δεν είμαστε μόνοι, τα ίδια τραβά και η γειτόνισσα» σε ενδυνάμωνε, σε έκανε βράχο να αντέξεις τα κτυπήματα που επέφεραν στον τόπο, τα λάθη που έγιναν και για τα οποία, σαφώς και δεν έφταιγε ο πρόσφυγας του συνοικισμού. Εκείνα τα πρώτα χρόνια της προσφυγιά, οι φωνές των παιδιών, έσμιγαν με το θόρυβο που προκαλούσαν οι ζαριές στα τάβλια του καφενέ τα βράδια, όταν οι πρόσφυγες εργάτες, επέστρεφαν στο συνοικισμό και μετά το φτωχικό δείπνο, πήγαιναν να συναντήσουν τους νέους συγχωριανούς, να μοιραστούν μαζί τους αγωνίες και ελπίδες. Όλα αυτά, σε εκείνα τα πρώτα χρόνια της προσφυγιάς, που όλοι ανέμεναν ότι θα είναι και τα τελευταία, διότι η επιθυμία για επιστροφή, δεν τους άφηνε περιθώρια για λιγότερη αισιοδοξία. Πέρασαν, από τότε ένα, δύο, πέντε, δέκα, είκοσι, τριάντα.. τριάντα - τέσσερα χρόνια συνολικά στην προσφυγιά. Τρεις δεκαετίες και βάλε. Τα παιδιά που έπαιζαν μπάλα στους δρόμους, μεγάλωσαν, έφυγαν για σπουδές, παντρεύτηκαν, δεν επέστρεψαν. Οι γονείς τους, έγιναν παππούδες και έμειναν εκεί, αναμένοντας τους τις Κυριακές, να 'ρθουν για φαγητό, να τους φέρουν και τα εγγονάκια τους για να τα δουν. Ο συνοικισμός, δεν είναι πλέον γεμάτος ζωή όπως παλαιότερα και δυστυχώς, αυτή η «ατονία» του, δεν οφείλεται στην επιστροφή των προσφύγων στις πατρογονικές τους εστίες. Οι κάτοικοί του, είναι πλέον ηλικιωμένοι και η πλειοψηφία τους, ίσως συνταξιούχοι. Τώρα το καλοκαίρι όμως, οι δρόμοι του συνοικισμού, γεμίζουν και πάλι παιδιά (εγγονάκια που επισκέπτονται τους εκεί παππούδες και γιαγιάδες τους) που ψάχνουν χώρους πρασίνου για να παίξουν, πάρκα για να εκτονώσουν όλη εκείνη την ενεργητικότητα που χαρακτηρίζει την ηλικία τους. >καταγγελία Ο κ. Νίκος Ιωάννου -κάτοικος του συνοικισμού- καταγγέλλει επώνυμα στον «Φ», ο συνοικισμός έχει ξεχαστεί από τους πάντες και μόνο όταν έρχεται η εποχή για να επιβάλουν φορολογίες τους θυμούνται και τους στέλνουν σχετικές προειδοποιήσεις. «Εδώ, είναι χώρος πρασίνου, υπήρχαν μάλιστα και δέντρα. Κοιτάξτε. Τώρα υπάρχουν δύο παράγκες και στη μέση, χωματόδρομος από τον οποίο μπορούν να περάσουν αυτοκίνητα και έτσι, να κινδυνεύσουν τα εγγονάκια μας που θα καταφύγουν σε αυτό το μέρος για παιχνίδι» λέει με αγανάκτηση. Η απόγνωση, ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του και τα λόγια του ξεχειλίζουν σαν χείμαρρος σε εποχή μεγάλης βροχόπτωσης: «Υπήρχαν και λάστιχα για να ποτίζεται το πράσινο, όμως καταστράφηκαν από τα αυτοκίνητα που διέρχονται» λέει και μαζί του, συμφωνούν και άλλοι γείτονες που σπεύδουν να υποστηρίξουν τα όσο λέει και να του συμπαρασταθούν, διότι το δικό τους πρόβλημα είναι και δικό τους.
(ΤΟΥ ΛΟΥΚΑ ΠΑΡΠΑ - Φιλελεύθερος)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου